Την οικονομική βιωσιμότητα του έργου διασύνδεσης της Κρήτης στο ηπειρωτικό ηλεκτρικό σύστημα ως πιο συμφέρουσα λύση σε σχέση με την αυτόνομη ανάπτυξη παραγωγής, διαπιστώνει σχετική μελέτη που εκπόνησε ομάδα εργασίας των ΔΕΣΜΗΕ, ΔΕΗ και ΡΑΕ. Στην έκθεση, με τίτλο «Μελέτη ανάπτυξης του Ηλεκτρικού Συστήματος της Κρήτης – Διασύνδεση με το Ηπειρωτικό Σύστημα», πραγματοποιείται συγκριτική ανάλυση διαφόρων «Σεναρίων Ανάπτυξης» για την περίοδο 2017 - 2040, τα οποία διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
Α. Αυτοδύναμη Ανάπτυξη: μέσω πετρελαϊκών σταθμών, όπως γίνεται έως σήμερα, ή εναλλακτικά με τη χρήση Φυσικού Αερίου – LNG αντί πετρελαίου, μετά την κατασκευή των σχετικών εγκαταστάσεων. Σημειώνεται ότι στην περίπτωση της Αυτόνομης Ανάπτυξης, το ύψος των αιολικών πάρκων που μπορούν να εγκατασταθούν στο νησί περιορίζεται κατά μέγιστο στο 30-35% της μέγιστης ζήτησης του νησιού για τεχνικούς λόγους, καλύπτοντας όπως και σήμερα χωρίς αποθήκευση το 15% περίπου των ετήσιων αναγκών του νησιού, δηλαδή κατά πολύ κάτω του δυναμικού που είναι βέβαιο ότι μπορεί να αναπτυχθεί στην Κρήτη.
Β. Διασύνδεση με το Ηπειρωτικό Σύστημα: Προκειμένου ο σχεδιασμός της Διασύνδεσης να γίνει έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η αξιοποίηση του πλούσιου δυναμικού των ΑΠΕ που διαθέτει η Κρήτη επελέγησαν τα παρακάτω τρία σενάρια, ανάλογα με τη μακροπρόθεσμη δυνατότητα εγκατάστασης ΑΠΕ (έως το 2040):
- Σενάριο Α, 1000MW ΑΠΕ (από τα οποία 800MW αιολικά, καλύπτοντας σε ενέργεια το ~35% περίπου)
- Σενάριο Β, 1535MW ΑΠΕ (από τα οποία 1200MW αιολικά, καλύπτοντας σε ενέργεια το ~50% περίπου)
- Σενάριο Γ, 2135ΜW ΑΠΕ (από τα οποία 1600MW αιολικά, καλύπτοντας σε ενέργεια το ~70% περίπου)
Για κάθε Σενάριο Διασύνδεσης εξετάστηκαν περισσότερες της μιας παραλλαγές όσον αφορά στο ρυθμό ανάπτυξης των ΑΠΕ, σε συνδυασμό και με τον τρόπο και το χρόνο υλοποίησης των διασυνδέσεων. Σε όλες τις περιπτώσεις ο σχεδιασμός γίνεται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται η πλήρης και αξιόπιστη ηλεκτροδότηση της Κρήτης, ακόμη και σε εξαιρετικά ακραίες περιπτώσεις. Από την ανάλυση κόστους - οφέλους που πραγματοποιήθηκε για τα διάφορα σενάρια, διαπιστώνεται η οικονομική βιωσιμότητα του έργου της Διασύνδεσης και η οικονομικότητά της σε σχέση με την Αυτόνομη Ανάπτυξη παραγωγής στην Κρήτη (με πετρέλαιο ή με φυσικό αέριο). Εάν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι στην σχετική δαπάνη που αφορά στο υποβρύχιο τμήμα του συνδέσμου ή και στις ενισχύσεις του δικτύου του νησιού, θα υπάρξει συμμετοχή των φορέων που θα ωφεληθούν από την Διασύνδεση (π.χ. επενδυτές ΑΠΕ) ή και από άλλες πηγές (π.χ. κοινοτικοί πόροι), η οικονομικότητα καθίσταται αναμφισβήτητη. Πέραν όμως της οικονομικότητας, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η Διασύνδεση δίνει επιπλέον τη δυνατότητα αξιοποίησης του πλούσιου δυναμικού των ΑΠΕ του νησιού. Συνεπώς –καταλήγει η μελέτη- μπορεί να ληφθεί άμεσα η απόφαση υπέρ της Διασύνδεσης.
Δεδομένου ότι η Διασύνδεση της Κρήτης αποτελεί από κάθε άποψη ένα μεγάλης κλίμακας έργο, στην υλοποίηση του οποίου εμπλέκονται πολλοί φορείς, θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια για τον συντονισμό αυτών και την κατανομή των σχετικών εργασιών. Ειδικότερα σε πρώτο στάδιο:
α) Θα γίνει συνεννόηση με τις αρμόδιες για την αδειοδότηση τοπικές υπηρεσίες για επίσπευση και συντονισμό των Εγκρίσεων Περιβαλλοντικών Όρων (ΕΠΟ), μετά τη υποβολή των σχετικών αιτήσεων από τους ενδιαφερόμενους επενδυτές.
β) Η ΔΕΗ σε συνεργασία με το ΔΕΣΜΗΕ θα προχωρήσουν στη διερεύνηση της βέλτιστης διαδρομής πόντισης των υποβρύχιων ή και υπόγειων καλωδίων, καθώς και την επιλογή των θέσεων εξόδου και σύνδεσης αυτών στο δίκτυο.
γ) Θα επιδιωχθεί ο ευρύτερος δυνατός διάλογος με τους τοπικούς φορείς, προκειμένου να γίνουν γνωστά τα οφέλη για το νησί από την υλοποίηση του έργου, ενώ παράλληλα με την πρόοδο των παραπάνω θα εξεταστεί και ο τρόπος συμμετοχής των ενδιαφερομένων επενδυτών στην χρηματοδότηση της διασύνδεσης.
Η επιλογή, καθορισμός του μεγέθους και του τρόπου υλοποίησης της Διασύνδεσης θα γίνει σε επόμενο στάδιο, ανάλογα με την ισχύ των ΑΠΕ που θα διαπιστωθεί ότι μπορεί να εγκατασταθούν στο νησί, μετά την έκδοση των ΕΠΟ. Στη μελέτη σημειώνεται ότι η απευθείας σύνδεση σε Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης (ΚΥΤ) της Αττικής, η οποία προβλέπεται στα Σενάρια Β και Γ, παρουσιάζει το πλεονέκτημα ότι η αιολική ισχύς συνδέεται απευθείας στο κέντρο κατανάλωσης, ότι αποφεύγονται εναέρια τμήματα που μειώνουν την αξιοπιστία της Διασύνδεσης, μπορεί δε να υλοποιηθεί άμεσα. Σε κάθε περίπτωση το σημείο της αρχικής εξόδου στην Κρήτη θα είναι η θέση Κορακιά, η οποία αποτελεί το κέντρο βάρους των φορτίων του νησιού, ώστε να είναι δυνατή η χορήγηση των προσφορών σύνδεσης στο υφιστάμενο δίκτυο στους αιτούντες επενδυτές.